Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011

Τέλεια!

Καθώς ανέτειλε ο ήλιος αυτής της νέας μέρας, έκρυψε με τις παλάμες του τα νυσταγμένα μάτια του σαν βρέφος που αποζητά γλυκό ύπνο αλλά του το στερούνε. Χασμουρήθηκε αφήνοντας ένα πενιχρό βογκητό να ξεφύγει από τα πνευμόνια του. Λίγο η χθεσινή βραδιά, λίγο η ένταση που πέρασε, η νέα εποχή της άνοιξης, λίγο το φως του ήλιου που έδειχνε μακριά τις σκιές, του φέρνανε ένα απρόσκλητο χαμόγελο στα χείλη του. Ακούμπησε με τον αγκώνα του στη κάσα του παραθύρου, εκεί που στηρίζεται το τζάμι. Έκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας να νοιώσει τη δροσιά του γυαλιού καθώς ακούμπησε το μάγουλό του πάνω του. Ήταν μια κίνηση που την έκανε όταν ήταν μικρός, ίσως επίτηδες για να προκαλέσει τη μητέρα του, καθώς πάντοτε με αυτό το τρόπο λέρωνε τα τζάμια.

Άνοιξε τα μάτια του...

Τα μάτια του, όπως γίνεται πάντοτε σε αυτή την εποχή, έπαιρναν μια ελαφριά καφέ προς γκρι απόχρωση. Ήταν περίεργο. Το χειμώνα και ανάλογα με τις διαθέσεις του και τη ψυχολογική του κατάσταση το χρώμα των ματιών του σκούραινε σε τέτοιο βαθμό που κάποτε του είπανε πως τα μάτια του ήταν μαύρα.

"Αηδίες" σιγοψιθύρισε διακόπτοντας αυτές τις σκέψεις. Έτσι περνάει η ζωή πλέον. Δεν υπάρχει λόγος για πολλά λόγια και φιλοσοφίες. Τα έχουμε πει, τα έχουμε συζητήσει, τα έχουμε συμφωνίσει όλα. Λακωνικά κι αυτός κράζει οτιδήποτε πλέον ότι τον ενοχλεί, όπως το κοράκι κάθε φορά που βλέπει κάτι να σπάει τη μονοτονία του τοπίου που παρατηρεί από το παρατηρητίριό του.

Με το βλέμμα του ατένισε το το ξέφωτο μπροστά στο σπίτι, από τον 5ο όροφο, όπως τότε στην Αθήνα που ατένιζε στο λεκανοπέδιο. Όπου η πόλη που απλώνονταν ελεύθερα στο χώρο έμοιαζε να μοιράζει σε αυτούς που ξέρουν να παρατηρούν τις πιο όμορφες εικόνες, τους πιο βαθύς συλλογισμούς και συνειρμούς.

Ένα φιλί στο Πύργο, ένα φιλί στην ακρόπολη, ένας καυγάς στο πάρκο, ξύλο στο προαύλιο του σχολείου, μια απογοήτευση στο σχολικό θρανίο, ένα ενοχλητικό ραβασάκι, οι χειραψίες με τους καθηγητές και τα εύσημα στο πανεπιστήμιο, ο θυμός και η αγανάκτηση για τη κατάσταση και τη σαπίλα των ανθρώπων της χώρας αυτής, ένα αίσθημα μελαγχολίας που ψιθυρίζει στο αυτί μας "Πέρασαν τα χρόνια, γεράσαμε και εμείς, θεωρούμαστε μεγάλοι" στα 28 μας χρόνια.

Είκοσι οκτώ πλέον χρόνια σε αυτό το κόσμο. Παρατήρηση, θεωρία και πράξη. Ζωή και θάνατος, μίσος, πάθος, έρωτας, αγάπη, απογοήτευση, μιζέρια. Εικόνες μεγαλοπρέπειας, μέθης με τους φίλους, χοροί και τραγούδια γύρω από τις φωτιές σε μια παραλία, έντονες συναισθηματικές καταστάσεις. Είκοσι οκτώ χρόνια θεωρίας και πράξης, διάψευσης και επιβεβαίωσης, χαράς και λύπης και μοναξιάς ή μοναχικότητας αλλά και συγκεντρωτισμού. Στο επίκεντρο της προσοχής του κόσμου και στην απομόνωση της πραγματικότητας. Εικοσι οκτώ χρόνια επαφής κυρίως με ανθρώπους κάλπικους, επιφανειακούς και κυρίως διευρωμένους από τα πάθη, τα θέλω και τις ενοχές των γονιών τους. Συντετριμένοι προχωρούν, αεικίνητοι τρεφόμενοι από τα πάθη τις κακουχίες και τη μιζέρια των άλλων.

Αλλά τα όνειρα και οι φιλοδοξίες πάντα ανεκπλήρωτες. Υποθηκεύουμε το μέλλον μας, πουλάμε τη ζωή μας για ένα πενιχρό μισθό και χαρίζουμε στα αφεντικά μας τα όνειρά μας σε μορφή φιλοδωρήματος.

«Αηδίες»

Ο ήλιος ανέτειλε πλήρως πλέον. Το έντονο φως τον τύφλωνε  «Η πολλή δουλειά σκοτώνει τον αφέντη και η φιλοσοφία το δούλο» ψιθύρισε χαμογελώντας.

Άνοιξε την τηλεόραση, ακολουθώντας έτσι πιστά καθημερινό τελετουργικό, ρούφηξε λίγο από το ζεστό καφέ και εστίασε στα νέα της ημέρας. Περίεργη φράση... τα «νέα της ημέρας». Κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια παλιά καλά «νέα», λές και τα βλέπεις σε επανάληψη εδώ και χρόνια. Πάλι σκοτώνονται, πάλι πλακώνονται, πάλι μαλώνουν για να αποδείξουν ποιός είναι πιο άνθρωπος ή ποιός είναι πιο πατριώτης ή ποιός είναι πιο σοβαρός ή ποιός είναι πιο επανατάτης.

«Σκλάβοι... αηδίες»

Όλοι νοιώθουν εγκλωβισμένοι αλλά δεν ξεχνούν ποτέ να το παίξουν βασιλικότεροι του βασιλέως.

Περνούν οι ώρες έτσι, συννεφιά έξω πλέον...

Χαμογέλασε, σε λίγο θα έρθει εκείνη και θα αλλάξει το τοπίο. Θα αλλάξει σίγουρα σαν ανοίξει η πόρτα και σχεδόν χορέυοντας κινηθεί προς το σαλόνι ρωτώντας αν υπάρχει κάτι για μεσημεριανό. Σκεπτόμενος όλα αυτά αναπαρήγαγε την γνωστή και αγαπημένη πλέον φράση της:

«Τέλεια!»